Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με, τον αμαρτωλό. Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς. Άγιοι του Θεού, πρεσβεύσατε υπέρ ημών.

66- Ο Γέροντας (4)

τις πρώτες 4, 5 βραδυές ο Γέροντας με άφηνε να κοιμάμαι όσο ήθελα,
για να ξεκουραστώ και να "ησυχάσω", όπως μου είπε,
ούτε που είχα πάρει χαμπάρι πως οι δυο γεροντάδες που ήταν τότε όλη η συνοδεία,
ξύπναγαν πολύ πριν ξημερώσει και διαβάζανε τον Όρθρο 
στην εσωτερική εκκλησία του κελλιού,
αλλά την πρώτη Κυριακή μου στο Όρος,
ο Γέροντας με ξυπνά απότομα, πριν ακόμα τα άγρια χαράματα, λέγοντας:
"αρκετά σε άφησα να ξεκουραστείς, αν θέλεις να μένεις εδώ, 
οφείλεις να συμμετέχεις στο πρόγραμμα που ακολουθούμε εδώ,
πάμε στο Πρωτάτο, έχουμε Όρθρο και Λειτουργία σήμερα".

πρώην ναυτικός ων, δεν είχα πρόβλημα να ξυπνάω άμεσα κι οποτεδήποτε,
αλλά, είναι βράδυ, χωρίς ηλεκτρισμό πουθενά, δάσος η διαδρομή, 
μ΄ έναν φακό να προλάβω το περπάτημά του
(μα πώς τρέχουν έτσι γρήγορα οι καλόγεροι, και όντες ηλικιωμένοι;)
ζαλισμένος στο άγνωστο, χωρίς να καταλαβαίνω πού πάμε και γιατί,
είχε όμως κερδίσει πλέον την απόλυτη εμπιστοσύνη μου,
οπότε τον ακολουθώ σαν σκυλάκι, όπου είναι να με βγάλει.

ξεκλειδώνει το Πρωτάτο,
το οποίο ήδη γνώριζα το εσωτερικό του,
αφού το είχα ένα πρωί σκουπίσει και (αχ...) μεταφέρει τα του παγκαριού,
αλλά είναι τόσο σκοτεινά τώρα, δεν βλέπω τίποτα,
μου λέει να κάτσω σε ένα στασίδι,
ανάβει όλα τα καντήλια, το φως όμως παραμένει ελάχιστο
οι λιγοστές φιγούρες των λίγων μοναχών που έχουν αρχίσει να έρχονται,
μέσ΄ τα μαύρα ράσα, μέσα στο μαύρο σκοτάδι,
μοιάζουν καθώς κινούνται στον ναό να προσκυνήσουν,
κυριολεκτικά σαν να είναι φιγούρες που ..."ξεκολάνε" από τις τοιχογραφίες,
περνάνε σαν αεράκι αθόρυβα μπροστά μου,
κι εξαφανίζονται σιγά-σιγά στα στασίδια τους. 

έρχεται και ο ιερέας και ο ψάλτης,
ο Γέροντας χτυπά τις καμπάνες και κάθεται δίπλα μου,
ενώ έχουν ξεκινήσει το διάβασμα των λειτουργικών βιβλίων.
αν δεν είναι μεγάλη εορτή, οι ακολουθίες είναι πολύ πιο σύντομες,
ακόμα και τις Κυριακές, οι ψαλμωδίες πιο λιγοστές, περισσότερο είναι διάβασμα,
το οποίο δεν μπορώ να παρακολούθήσω, δεν καταλαβαίνω λέξη,
δεν έχω ακόμα νιώσει την Εκκλησία σαν αγκαλιά Μάνας,
η ώρα περνά, νιώθω να ..πνίγομαι,
μα τι κάνω εγώ εδώ πέρα; 
και ξαφνικά, εκεί που νομίζω πως δεν αντέχω άλλο,
και πώς να φύγω και πού να πάω,
σηκώνεται απότομα ο Γέροντας (το απρόβλεπτο που λέγαμε),
πάμε λέει και βγαίνει έξω, τον ακολουθώ,
ενώ έχω αρχίσει ειλικρινά να φοβάμαι,
μήπως αυτός μπορεί να ...διαβάζει τις σκέψεις μου;
κι αν ναι, αμάν, πώς μπορώ... να προσέχω το τι σκέφτομαι;
 
έχει αρχίζει να χαράζει στις Καρυές,
πηγαίνει στην άκρη έξω του κλειστού πανδοχείου,
που τότε ήταν παμπάλαιο, άλλης παμπάλαιης εποχής,
είχε απ΄έξω μια στέρνα που γέμιζε με παγωμένο νερό,
καθώς αυτό ερχόταν από πηγές ψηλά στο βουνό,
και λειτουργούσε σαν ...ψυγείο,
βγάζει δυο ...κοκακόλες(!??!??) 
και τις πίνει μονορούφι (??!!?!??),
"ε, ...όχι, ...δεν διψώ, ...είναι πολύ νωρίς ακόμα" του απαντώ,
όταν με ρωτά αν θέλω κι εγώ να πιώ,
οπότε με ξαναγυρνά στο Πρωτάτο.
 
 

γυρνώντας στο κελλί όταν τέλειωσε η Λειτουργία, τον ρωτάω:
"Γέροντα, στην εκκλησία είχε πολύ πολύ διάβασμα,
αλλά κάποια στιγμή, άλλαξε το ...ύφος,
έγινε πιο ..τραγουδιστό, χαρούμενο και γιορτινό,
γιατί συνέβη αυτό και τι σημαίνει η αλλαγή αυτή;"
 
"τα πάντα μέσα στον ναό, μα τα πάντα όλα στην εκκλησία,
όπως και στην ζωή του ανθρώπου οφείλουν,
έχουν έναν σκοπό μοναχά,
πώς να οδηγηθούμε να κοινωνήσουμε Σώμα και Αίμα Χριστού,
η αλλαγή που λες πως ένιωσες,
ήταν η αρχή της Θυσίας".





 
 
 


 
 




 

2 σχόλια:

  1. ... ἡ φωταγώγηση τῶν ναῶν μὲ πολυελαίους που εἴχαν φτιαχτεὶ γιὰ κεριά

    καὶ ποὺ μὲ τὶς ἡλεκτρικές λάμπες, δίνουν ἕνα φῶς ὑπερπολλαπλάσιο διώχνοντας κάθε ὑποψία κατανυκτικῆς ἐντρύφησης στόν ἔσω κόσμο τῆς καρδίας μας...

    μέγα θέμα...

    ὄχι τόσο ἀπαραίτητα... γιὰ
    νὰ τὸ λύσουμε καὶ... νὰ τελειώνουμε...

    ἀλλά γιὰ νὰ ἀντιληφθοῦμε κάπως
    (ἐξ ὄνυχος τὸν λέοντα)
    τὴν ἀλλοτρίωσή μας καὶ τὴν προχειρότητα,
    ποὺ ἀντιμετωπίζουμε τὰ θέματα τῆς Πίστης μας και τὰ ὁποία
    ἀ ν τ ι κ α θ ρ ε π τ ί ζ ο ν τ α ι
    καὶ στὰ μικρά... καὶ στά μεγάλα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Δώθηκε δωρεά μίας ολοκαίνουργιας γεννήτριας για τις ανάγκες του εξωκκλησιού, στο οποίο λόγω ανάγκης θα τελούνταν οι Θείες Λειτουργίες για όσο χρειαζόνταν. Πήρε μπρος το μηχάνημα κανονικά, αλλά όταν ανέβηκαν οι στροφές ακούγονταν ένας θόρυβος σαν κάτι να εμπόδιζε τον στροβιλισμό του κινητήρα. Δόθηκε πίσω να το ελέγξουν, να το επισκευάσουν ή να δώσουν νέο μηχάνημα. Πέρασαν μήνες, χρόνια, συνεχίζονται οι Θείες Λειτουργίες με κεριά και λαμπάδες. Δόξα τω Θεώ, επικράτησε το ταπεινό, απαλό, ζεστό, γλυκό φως των κηροπλασμένων φωςφορέων.

    ΑπάντησηΔιαγραφή